Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Γνήσια Ορθοδοξη Φωνη

Δευτέρα 6 Μαρτίου 2017

Μέρος Γ΄ . Η εξορία του Ιωάννου και η εν Πάτμω δράσις αυτού.

ιστ΄  Ανάστασις του εν λουτρώ πνιγέντος νέου.                                                                         

Εισελθόντες λοιπόν πάντες εντός της πόλεως, εστάθη ο Ιωάννης εις ένα τόπον ονομαζόμενον «Μικρά Στοά» και συνήχθη πέριξ αυτού λαός πολύς· λαβών δε τον λόγον ήρχισε να διδάσκη και να ευαγγελίζηται προς αυτούς τον Χριστόν· όθεν και πολλοί ακούσαντες επίστευσαν εις τους λόγους αυτού και εδόξασαν τον Θεόν δια την σωτηρίαν του παιδίου και την εξαφάνισιν του κακούργου και φονευτού των αθώων πονηρού δαίμονος. Οι ιερείς όμως της αισχύνης επικραίνοντο σφοδρώς κατά του Ιωάννου· εις δε εξ αυτών είχεν υιόν ονόματι Μονάν, ο οποίος λουόμενος κατά την ημέραν εκείνην εις το λουτρόν το ευρισκόμενον εις το μέσον της πόλεως, επνίγη υπό δαίμονος πονηρού εκείσε παραμένοντος· και τούτο μαθών ο ιερεύς, έδραμεν εις το λουτρόν· και ευρών το πτώμα του υιού του, έρχεται δρομαίος προς τον Ιωάννην, λέγων προς αυτόν: «Διδάσκαλε των Χριστιανών, ιδού ήλθεν ο καιρός δια να πιστεύσω και εγώ εις τον υπό σού κηρυττόμενον Θεόν· διότι ο υιός μου επνίγη υπό πονηρού πνεύματος εντός του λουτρού, και γνωρίζω ότι, εάν θέλης, δύνασαι να αναστήσης αυτόν· διότι έχομεν ακούσει π΄ντα όσα εποίησας εις την πόλιν των Φλωρών». Λέγει προς αυτόν ο Ιωάννης: «Πιστεύεις ότι δύναμαι να ποιήσω τούτο»; Απεκρίθη ο ιερεύς, ειπών: «Ναι, κύριε, πιστεύω», και λαβών τον Ιωάννην εκ της χειρός έφερεν αυτόν εις το λουτρόν όπου ευρίσκετο το πτώμα του πνιγέντος νέου, το οποίον έρριψαν εις τους πόδας του Αποστόλου· ο δε πατήρ αυτού εδέετο μετά δακρύων πικρών του Ιωάννου, λέγων: «Δια τον Θεόν σου, τον οποίον κηρύττεις, λυπήσου με και ανάστησον τον υιόν μου». Τότε ο Ιωάννης, προσευχηθείς, έλαβεν εκ της χειρός τον νεκρόν, και είπεν: «Εν τω ονόματι Ιησού Χριστού του Υιού του Θεού, ανάστηθι», και ευθέως ανέστη ο νεκρός, προς τον οποίον είπεν ο Ιωάννης: «Τι συνέβη εις σε; Πως έπαθες τούτο»; Απεκρίθη ο αναστηθείς νέος: «Κύριε, καθώς ελουόμην εντός του λουτρού, ήλθεν εκ της θύρας εις αιθίοψ ανήρ και με έπνιξεν». Ηννόησε δε ο Ιωάννης ότι ήτο εκεί ο δαίμων, τον οποίον εδίωξεν εκ του λουτρού του Διοσκορίδου εν τη Εφέσω· όθεν εισελθών εντός του λουτρού, είπε: «Προς σε λέγω, πονηρόν πνεύμα να είπης προς ημάς, πόσους χρόνους έχεις ενταύθα»; Ο δε δαίμων ανέκραξε λέγων: «Έξ έτη έχω· εγώ δε είμαι όστις πριν κατώκουν εις το λουτρόν του Διοσκορίδου εν Εφέσω και τον υιόν εκείνου πνίξας, υπό σου δε εκείθεν εκδιωχθείς· αλλά παρακαλώ σε, να μη με διώξης εκ του τόπου τούτου»· είπε δε ο Ιωάννης προς το πονηρόν πνεύμα: «Εν τω ονόματι Ιησού Χριστού του Εσταυρωμένου παραγγέλλω σοι να εξέλθης εκ της νήσου ταύτης, και να μη κατοικήσης πλέον μεταξύ των ανθρώπων, αλλά να μεταβής εις τόπους αγρίους και ακατοικήτους», και εν τω άμα εξηφανίσθη ο δαίμων κατά τον λόγον του Αποστόλου. Ταύτα πάντα ιδών ο ιερεύς έπεσεν εις τους πόδας του Ιωάννου, λέγων: «Κύριε, ιδού εγώ, ο υιός μου και πας ο οίκος μου, ενώπιόν σου είμεθα, και ό,τι εάν είπης προς ημάς θα υπακούσωμεν και θα ποιήσωμεν». Λέγει προς αυτόν ο Ιωάννης: «Αληθώς εγνώρισα ότι δια την ωφέλειαν  των ψυχών σας ωκονομήθη παρά του Θεού το πάθημα τούτο του υιού σου· διότι δια του γεγονότος τούτου ωδηγήθητε προς την επίγνωσιν της αληθείας, επειδή προηγουμένως εφέρεσο σκληρώς προς τον λόγον της ευσεβείας. Τώρα λοιπόν πίστευσον εις τον Εσταυρωμένον, και θα σωθής συ και ο οίκος σου». Απεκρίθη ο ιερεύς, λέγων: «Και επίστευσα και πιστεύω, Μαθητά του αληθινού Θεού»· και παραλαβών ημάς εισήγαγεν εις τον οίκον αυτού ζητών ίνα βαπτισθή. Διδάξας λοιπόν και κατηχήσας αυτόν ικανώς ο Ιωάννης, εβάπτισε πάντας εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου